- νεοσλαβισμός
- οκίνηση που εμφανίστηκε στη Ρωσία μετά την επικράτηση τού συνταγματικού καθεστώτος τού 1908 και επιδίωκε την προσέγγιση τών σλαβικών λαών μέσω τής μορφωτικής και οικονομικής συνεργασίας τους.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
νε(ο)- — και νιο [ΑΜ νε(ο) ] α συνθετικό πάμπολλων λέξεων όλων τών περιόδων τής Ελληνικής που ανάγεται στο επίθ. νέος και στον νεοελλ. τ. νιος. Δηλώνει τις σημασίες: α) τού πρόσφατου, αυτού που έχει συντελεστεί προ ολίγου (πρβλ. νεο σφαγής, νιό βγαλτος,… … Dictionary of Greek